• magazine
  • about
  • blog

Το κόστος του «στίγματος» ενός ΧΥΤΑ…


του Δημήτρη Δαμίγου

 

 

Οι αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας στην υλοποίηση διαφόρων έργων, ακόμη και υποδομών κοινής ωφέλειας, αποδίδονται συνήθως στην ελλιπή πληροφόρηση των κατοίκων ή στη δυσπιστία τους απέναντι στους φορείς υλοποίησης του έργου και στο Κράτος. Πολύ συχνά, όμως, οι αντιδράσεις σχετίζονται, άμεσα ή έμμεσα, με ένα ακόμη πιο «σκληρό» ζήτημα: τις οικονομικές διαστάσεις των επιπτώσεων ενός έργου. Οι χώροι διαχείρισης αποβλήτων είναι ταυτισμένοι με επιπτώσεις στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, αν και τα τελευταία χρόνια οι επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις έχουν σε μεγάλο βαθμό μειώσει την ένταση τους. Ωστόσο, η όποια τεχνολογική πρόοδος δεν έχει καταφέρει να εξαλείψει το «στιγματισμό» της περιοχής που υποδέχεται το χώρο διάθεσης. Αυτό το «στίγμα» συντροφεύει την περιοχή για μεγάλο διάστημα και δεν πλήττει μόνο την εικόνα της, αφού όλοι, έστω και διαισθητικά, αντιλαμβάνονται την οικονομική του διάσταση…

 

 

Αυτό το «κρυμμένο» κόστος των ΧΥΤΑ προσπαθούν να αναδείξουν τα τελευταία χρόνια έρευνες με τη βοήθεια των οικονομικών του περιβάλλοντος. Για παράδειγμα, υπολογίστηκε ότι το κόστος που προκαλείται στην κοινωνία από ένα ΧΥΤΑ εξαιτίας των οσμών, της οπτικής ρύπανσης και άλλων οχλήσεων κυμαίνεται μεταξύ 6 και 19 €/t απορριμμάτων ή ότι η αξία των κατοικιών που βρίσκονται σε μια ακτίνα περίπου 500 m από το ΧΥΤΑ είναι μειωμένη κατά 7%. Επίσης, ερευνήθηκε η προθυμία αποδοχής οικονομικής αποζημίωσης των κατοίκων προκειμένου να δεχθούν τη χωροθέτηση χώρων υποδοχής αποβλήτων στη «γειτονιά» τους. Σε μια σχετική μελέτη που αφορούσε σε χώρο επικίνδυνων αποβλήτων, η αποζημίωση υπολογίστηκε σε 1400 $ ανά νοικοκυριό και έτος. Τα παραπάνω μεγέθη «ποσοτικοποιούν» σε χρηματικές μονάδες τα προβλήματα που σχετίζονται με τη διάθεση των απορριμμάτων και βάζουν στο τραπέζι των αποφάσεων τη διάσταση του «εξωτερικού κόστους», του κόστους δηλαδή που προκαλείται στην κοινωνία από τέτοια έργα. Το στοιχείο αυτό μάλιστα μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπή των επικρατουσών αντιλήψεων για «φθηνές» και «ακριβές» τεχνολογίες διαχείρισης, ειδικά όταν το κόστος τους έχει προσεγγιστεί μόνο από τη σκοπιά του ιδιώτη.

 

 

Αρκεί όμως μια τέτοια οικονομική θεώρηση για να βρεθεί μια βέλτιστη και κυρίως κοινωνικά δίκαιη λύση στο πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων; Αναμφίβολα η οικονομική αποτίμηση των επιπτώσεων μιας δραστηριότητας μπορεί να συμβάλλει σε μια πιο διαφανή και ορθολογική διαδικασία λήψης απόφασης, καθώς οι εναλλακτικές επιλογές κρίνονται από τη σκοπιά της κοινωνικής ωφελιμότητας και όχι της ιδιωτικής αποδοτικότητας. Σε αυτή τη μονεταριστική βάση, η όποια λύση επιλεγεί τελικά (π.χ., ΧΥΤΑ, επεξεργασία και ΧΥΤΥ, καύση…) θα είναι η οικονομικά βέλτιστη. Δεν σημαίνει ωστόσο ότι θα είναι και κοινωνικά αποδεκτή, πόσο μάλλον κοινωνικά δίκαιη. Τα ζητήματα που εγείρονται είναι ηθικής και πολιτικής βάσης. Πρέπει να υπολογιστεί σε οικονομικούς όρους το περιβάλλον; Η βέλτιστη λύση είναι το ίδιο «βέλτιστη» για όλους; Ποιος κερδίζει και ποιος χάνει μέσα στο κοινωνικό σύνολο; Αμβλύνονται ή οξύνονται οι κοινωνικές αντιθέσεις; Μπορούν όλα τα στρώματα της κοινωνίας να αντέξουν ακριβές λύσεις διαχείρισης, ακόμη και αν θεωρούνται οικονομικά βέλτιστες;

 

 

Το θέμα είναι πολυδιάστατο για να συζητηθεί εκτενώς στο παρόν άρθρο. Αξίζει όμως να θιγεί ένα πολιτικό ζήτημα: η αντικατάσταση της «μιας ψήφου ανά άτομο» από τη «μια ψήφο ανά ευρώ». Με απλά λόγια αυτός που προσφέρει τα περισσότερα χρήματα είναι σε θέση να επηρεάσει σε μεγαλύτερο βαθμό την τελική απόφαση. Θεωρητικά το πρόβλημα αντιμετωπίζεται (π.χ., μέσω της στάθμισης του εισοδήματος) και οι ανισότητες αυτές μπορούν να ληφθούν υπόψη στην τελική απόφαση. Στην πράξη όμως; Με βάση τη μέχρι σήμερα εμπειρία όποιος μπορεί να πληρώσει για υγεία, παιδεία, κατοικία κ.λπ., ζει καλύτερα, συχνά σε βάρος του πιο αδύναμου. Οικονομική ζούγκλα δηλαδή. Συνεπώς δεν είναι πρόβλημα των «εργαλείων» αλλά του συστήματος, το οποίο φροντίζει να χρησιμοποιεί τα όποια «εργαλεία» για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα κάποιων και όχι όλων. Η περιβαλλοντική οικονομία, ως «εργαλείο» του σημερινού συστήματος, αναδεικνύει τη λανθάνουσα οικονομική αξία του περιβάλλοντος και το κοινωνικό κόστος δραστηριοτήτων, όπως οι ΧΥΤΑ. Όχι στο πλαίσιο της εμπορευματοποίησης των πάντων, σύμφωνα με τα κελεύσματα της αγοράς, αλλά σε μια προσπάθεια εξεύρεσης αποτελεσματικότερων μηχανισμών διαχείρισης του περιβάλλοντος και προστασίας του κοινωνικού συνόλου. Μήπως όμως δεν αρκεί να αξιοποιήσουμε πιο αποτελεσματικά τα οικονομικά «εργαλεία» και πρέπει να αναλογιστούμε αν έχει έρθει η ώρα για ένα άλλο αξιακό σύστημα;